τΟ ΕΚΚΡΕΜΕΣ/ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ


όταν πέφτει η νύχτα, ακούω καλύτερα τη καρδιά σου να χτυπάει
έχει έναν αυστηρό χτύπο, σαν εκκρεμές
η δική μου χτυπάει ακανόνιστα
πως άραγε θα συναντηθούμε
ο περιπτεράς είχε μιαν έκφραση απόγνωσης σήμερα
κι ο μπακάλης ήταν ήρεμος, γεμάτος σιωπή στα μάτια
όταν κοιτάω απ’ το μπαλκόνι, παρατηρώ πόσο κοντά είναι τα σπίτια,
το ένα στ’ άλλο
το ένα πάνω στ’ άλλο
οι σκεπές τους τρίβονται καθώς ακουμπάνε πάνω στα τούβλα
βγάζουν έναν ήχο, σαν βογκητό
το βογκητό των σκεπών που κουράστηκαν να στέκονται όρθιες
κουράστηκαν να βρέχονται
να κλυδωνίζονται όταν φυσάει
μίλησε μου
η φωνή σου με αγγίζει με χέρια γεμάτα γδαρσίματα
απ’ τις δουλειές του σπιτιού
κάποτε είχα ένα μικρό πλάσμα να κατοικεί μέσα στα μαλλιά μου
και όλο άκουγε, άκουγε, άκουγε